ΙΔΙΟΤΗΤΑ

Αγαπητοί αναγνώστες,

Η «Χελώνα» είναι μια εργασία εν εξελίξει που γεφυρώνει το προσωπικό με το πολιτικό, τις μνήμες με την ταυτότητα. Επομένως, για να καταλάβετε καλύτερα το σκεπτικό που κρύβεται πίσω από αυτό το πρότζεκτ, πρέπει να σας πω μερικά πράγματα για μένα: Είμαι το μικρότερο παιδί μιας πολύτεκνης οικογένειας, με καταγωγή από την Λέσβο και ρίζες από την Μικρά Ασία. Οι μακρινοί μου συγγενείς έζησαν τα συνταρακτικά γεγονότα που οδήγησαν στην Μικρασιατική Καταστροφή. Η προγιαγιά μου, που δεν ήθελε να εγκαταλείψει το σπίτι της, έμεινε πίσω στην Τουρκία. Δεν ξανακούσαμε ποτέ για εκείνη.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι γονείς μου, αρτοποιοί στο επάγγελμα, μετοίκησαν στην Αυστραλία, με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, μακριά από την ελληνική δικτατορία. Γεννήθηκα στο Λιμάνι Λίνκολν στη Νότια Αυστραλία, αλλά μεγάλωσα στην Αδελαΐδα, όπου πήγα σχολείο μαζί με τα άλλα τρία αδέρφια μου. Ήταν όμορφα χρόνια εκείνα, χρόνια ξεγνοιασιάς. Το 1981, η Αθηνά και ο Αχιλλέας -η μητέρα και ο πατέρας μου- έχοντας ζήσει το δικό τους «τρωϊκό πόλεμο», παίρνουν την γενναία απόφαση να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Νοσταλγία για τα πάτρια εδάφη ή μια προσπάθεια να σώσουν το γάμο τους; Δεν θα καταλάβω ποτέ.

Το 1981, πάντως, ήταν μια χρονιά-ορόσημο. Οχι μόνο χαρτογραφήθηκε ο μεγάλος σεισμός στην πρωτεύουσα αλλά σείστηκε πολιτικά ολόκληρη η χώρα: η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας επί της συντηρητικής κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενώ στη συνέχεια την εξουσία της χώρας ανέλαβε ο σοσιαλιστής ηγέτης Ανδρέας Παπανδρέου – μέχρι σήμερα θυμάμαι τα χαμόγελα, τα κορναρίσματα και τις σημαίες με τον πράσινο ήλιο να ανεμίζουν έξω από τα παράθυρα των μικρών αθηναϊκών αυτοκινήτων.

Μετοικώντας στην Αθήνα, έζησα ένα μεγάλο «πολιτισμικό σοκ»: η παράξενη πολιτική συμπεριφορά των Ελλήνων και οι διαφορετικές νοοτροπίες και συνήθειες, αλλά κυρίως το υπερβολικό τσιμέντο και η έλλειψη πρασίνου μού κάθισαν βαριά. Τώρα αντιλαμβάνομαι τι ήταν αυτό που βίωσα ως παιδί: ο σωστός επιστημονικός όρος λέγεται απεδαφικοποίηση. Κανένας όμως δεν με είχε προετοιμάσει για τη συναισθηματική απογοήτευση της απώλειας μιας πατρίδας και την απότομη απόκτηση μιας άλλης. Έτσι, λοιπόν, πήρα την ελληνική ιθαγένεια και έγινα στα επίσημα χαρτιά του ελληνικού κράτους Χριστιανή Ορθόδοξη.

Φοίτησα στο Ενιαίο Πολυκλαδικό Λύκειο των Αμπελοκήπων ενός κουλ, ολίγον αντιδραστικού σχολείου, που είχε αποκτήσει, ωστόσο, τη φήμη μίας πρωτοποριακής εκπαιδευτικής δομής. Εκεί μαθήτευσε ο τέως πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος παρ’ ολίγον να προκαλέσει το Grexit. Tελικά ήρθε το Brexit, το Φεβρουάριο του 2020. Ομως, για να πούμε του στραβού το δίκαιο, το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης φαίνεται να κατακρημνίζεται μπροστά στα μάτια μας.

Το 1990 εισήχθη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Σπουδών, στο νεότευκτο τότε τμήμα της «Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού». Ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στα τέσσερα έτη, με διάλειμμα ενός εξαμήνου για Erasmus στο Βέλγιο, όπου παρακολούθησα στα γαλλικά μαθήματα Κινηματογράφου, Μουσικής Θεωρίας και Μάρκετινγκ Επιχειρήσεων.

Ξεκίνησα να δημοσιογραφώ στο Πολιτιστικό Τμήμα της εφημερίδας «Καθημερινή», επί διευθύνσεως Αντώνη Καρκαγιάννη. Στην μακρόχρονη δημοσιογραφική μου σταδιοδρομία έχω συνεργαστεί με πολλά έγκυρα ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ των οποίων η ΕΡΤ, το ITN, η DW, το γερμανικό περιοδικό τέχνης ART, το ARTE, η ORF κ.ά. 

Στη στροφή της νέας χιλιετίας, χάρη στην υποτροφία «Λύχνος» της Ενωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) -της οποίας είμαι τακτικό μέλος από το 1999- μπόρεσα να φοιτήσω στο Λονδίνο και να κάνω μάστερς στην Ερευνα Ντοκιμαντέρ [MA in Documentary Research, London College of Communication (πρώην London College of Printing), University of the Arts London].

Την Άνοιξη του 2018 διακόπηκε η συνεργασία μου με την «Καθημερινή. Αποφάσισα τότε να κάνω ένα διάλειμμα από τη δημοσιογραφία και να σπουδάσω κάτι που αγαπώ, την τέχνη. Λίγους μήνες αργότερα, κατέθεσα τα χαρτιά μου στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και έγινα δεκτή στο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «Ψηφιακές Μορφές Τέχνης». Εδώ, το καλλιτεχνικό βιογραφικό μου.

Δημοσιογράφος, ντοκουμενταρίστρια, ψηφιακή καλλιτέχνις. Θα προσθέσω κι άλλη μία ιδιότητα: Είμαι επικεφαλής μονογονεϊκής οικογένειας, που για μένα είναι η δυσκολότερη δουλειά πάνω στον πλανήτη, ειδικά αν ζεις σε μια χώρα σαν την Ελλάδα. Για να μπορώ λοιπόν να συντηρώ εμένα και τα δύο μου ανήλικα παιδιά, αποφάσισα να ξεκινήσω αυτό το ιδιότυπο newsroom που συνδέει τις δύο μου πατρίδες, την Ελλάδα και την Αυστραλία.

Αν με ρωτάτε ποια είναι τα προσόντα ή τα δυνατά μου σημεία, θα έλεγα χωρίς δισταγμό η ανυστερόβουλη περιέργεια, η ειλικρίνεια, η διορατικότητα, η παρατήρηση του δεδομένου, το διαφορετικό βλέμμα στα πράγματα, καθώς και η τόλμη και η μαχητικότητά μου. Παλεύω γι’ αυτά που πιστεύω και υλοποιώ τις ιδέες μου, όσο τρελές κι αν θεωρούνται από κάποιους.

Σήμερα, στην εποχή στην οποία ζούμε -με την κλιματική αλλαγή, τις μετακινήσεις μεγάλων πληθυσμών, τις νέες τεχνολογίες που έχουν εισβάλει σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής, την άνοδο ακροδεξιών παρατάξεων και αυταρχικών καθεστώτων στο δυτικό κόσμο- χρειαζόμαστε μια τολμηρή δημοσιογραφία και μια ριζοσπαστική καλλιτεχνικότητα που θα πολεμά την αδικία, και θα επανεξετάζει τη σημασία των κοινωνικών δικαιωμάτων και την ανάγκη για ένα νέο ανθρωπισμό. Ως επαγγελματίας, λοιπόν, στο χώρο της επικοινωνίας και του πολιτισμού, αλλά κυρίως ως γονέας αισθάνομαι την ανάγκη να φροντίσω για το μέλλον των παιδιών μας. Σ’ αυτή την επείγουσα εποχή, που όλα τρέχουν γύρω μας τόσο γρήγορα, θεωρώ αναγκαίο να επιβραδύνουμε και να σκεφτούμε τι είναι σημαντικό για εμάς.

με εκτίμηση

Ελένη Βροντή
Ιδρύτρια – Διαχειρίστρια της «Χελώνας»

Πορτρέτο ©Αντρέας Σιμόπουλος 2014